Νέα & Εκδηλώσεις

CSR BRIEF – Governance (26/07/24)



Δημοσιογραφική Επιμέλεια: Αλεξάνδρα Λεφοπούλου (alexandra.lefopoulou@gmail.com)
Παραγωγή & Τεχνική Υποστήριξη: Μαρίνα Κυβέλου (mk@csrhellas.org)

Οι εταιρείες στοχεύουν στη βιωσιμότητα, τα διοικητικά συμβούλια έχουν γνώσεις για να ανταποκριθούν;

Γιατί επιδιώκουν οι εταιρείες τη βιωσιμότητα; Στο ερώτημα αυτό επιχειρεί να απαντήσει νέα έκθεση του Morgan Stanley Institute for Sustainable Investing ξεχωρίζοντας τρεις βασικούς παράγοντες ως τους σημαντικότερους. Η δυνατότητα δημιουργίας αξίας είναι, σύμφωνα με την έρευνα, ο κορυφαίος λόγος ενώ ακολουθούν η συμμόρφωση με τους κανονισμούς και οι ηθικές ευθύνες μιας εταιρείας.

Τα ευρήματα προέρχονται από έρευνα που διεξήχθη νωρίτερα φέτος σε περισσότερες από 300 εταιρείες, με τις απαντήσεις που δόθηκαν από εκείνες που έχουν την ευθύνη λήψης αποφάσεων σε θέματα βιωσιμότητας εντός των οργανισμών τους. Το δείγμα περιλαμβάνει ιδιωτικές και δημόσιες εταιρείες με έσοδα άνω των 100 εκατομμυρίων δολαρίων, σε ένα ευρύ φάσμα κλάδων και μοιράζονται εξίσου μεταξύ της Βόρειας Αμερικής, της Ευρώπης και της Ασίας.

Υπάρχουν ενδείξεις ότι η βιωσιμότητα γίνεται όλο και πιο ολοκληρωμένη με όλες τις σημαντικές λειτουργίες μέσα σε μια εταιρεία. Η πλειοψηφία των ερωτηθέντων (55%) λέει ότι τα κριτήρια βιωσιμότητας παίζουν ρόλο σε βασικές επιχειρηματικές αποφάσεις, συμπεριλαμβανομένων των κεφαλαιουχικών δαπανών, της έρευνας και ανάπτυξης, των νέων προϊόντων και των συγχωνεύσεων και εξαγορών.

Όπως είναι προφανές, σημειώνεται από την έρευνα, η  βιωσιμότητα φτάνει στην αίθουσα του διοικητικού συμβουλίου, αν και μπορεί να προϋποθέτει περισσότερη τεχνογνωσία μεταξύ των διευθυντών. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα ευρήματα ότι το 40% των ερωτηθέντων δηλώνει ότι υπάρχει ευθύνη σε επίπεδο συμβουλίου για τη βιωσιμότητα ενώ παράλληλα μόλις το 37% αναφέρει ότι το ΔΣ διαθέτει σχετική  τεχνογνωσία. Οι βασικοί τομείς στους οποίους οι ερωτηθέντες πιστεύουν ότι οι διευθυντές θα μπορούσαν να επωφεληθούν από περισσότερες γνώσεις περιλαμβάνουν τους κανονισμούς για τη βιωσιμότητα (57%) και τα χρηματοδοτικά μέσα με την ένδειξη βιωσιμότητας (43%). Στο σύνολό τους, αυτά τα αποτελέσματα της έρευνας δείχνουν ότι η βιωσιμότητα εξελίσσεται σε μια συνήθη επιχειρηματική σκέψη. Ωστόσο, αν η τεχνογνωσία σε επίπεδο διοικητικού συμβουλίου στη βιωσιμότητα υπολείπεται  σημαντικά, πως μπορούν τα διοικητικά συμβούλια να επιβλέπουν τη σχετική στρατηγική;

Ανάμεσα στους τομείς που τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου θα μπορούσαν να επωφεληθούν από περισσότερη γνώση και τεχνογνωσία ξεχωρίζουν οι ρυθμίσεις της βιωσιμότητας, τα μέσα χρηματοδότησης που φέρουν το σήμα βιωσιμότητας, τα θέματα συμπερίληψης και διαφορετικότητας, οι αντισταθμίσεις άνθρακα, ο κλιματικός κίνδυνος, η βιοποικιλότητα και η φύση, η απανθρακοποίηση, τα ανθρώπινα δικαιώματα κ.ά. Ωστόσο, θα μπορούσε να παρατηρήσει κανείς ότι καθώς δεν υπάρχει κανένα πρότυπο που να καθορίζει τι μετράει ως τεχνογνωσία βιωσιμότητας σε επίπεδο συμβουλίου, δεν είναι πάντα εύκολο να αξιολογηθεί εάν υπάρχει εμπειρογνωμοσύνη για τη βιωσιμότητα. Τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου δεν χρειάζεται να γίνουν τεχνικοί εμπειρογνώμονες σε θέματα βιωσιμότητας, επισημαίνουν σημαντικοί αναλυτές αλλά θα πρέπει να κατανοήσουν τι επιτρέπει και τι περιορίζει τη στρατηγική βιωσιμότητας μιας επιχείρησης. Μάλιστα, το ESRS ζητά από τις εταιρείες να υποβάλουν έκθεση σχετικά με την «πρόσβαση σε τεχνογνωσία και δεξιότητες των διοικητικών συμβουλίων όσον αφορά θέματα βιωσιμότητας» (ESRS 2 – GOV 1), επομένως αυτό θα προωθήσει περαιτέρω τη συζήτηση σχετικά με την τεχνογνωσία βιωσιμότητας στην αίθουσα συνεδριάσεων.